Παρατηρήσεις της Ανατρεπτικής Συμμαχίας για την Αθήνα σχετικά με το Πλαίσιο Στρατηγικής για τη Στεγαστική Πολιτική του Δήμου Αθηναίων

To στεγαστικό ζήτημα αναδεικνύεται τα τελευταία χρόνια ως ένα από τα πιο κρίσιμα προβλήματα της καθημερινότητάς μας, τόσο σε πανελλαδικό […]

To στεγαστικό ζήτημα αναδεικνύεται τα τελευταία χρόνια ως ένα από τα πιο κρίσιμα προβλήματα της καθημερινότητάς μας, τόσο σε πανελλαδικό επίπεδο όσο και ειδικά για τη ζωή των κατοίκων της Αθήνας.

Η εκτόξευση των τιμών των ακινήτων και των ενοικίων, η εκτίναξη της υπερχρέωσης που οδηγεί σε πληθώρα πλειστηριασμών και εξώσεων, η κατάργηση των ελάχιστων προγραμμάτων δημόσιας και κοινωνικής κατοικίας, η ανεξέλεγκτη αύξηση της βραχυχρόνιας μίσθωσης, και η σχεδόν ανύπαρκτη κοινωνική πολιτική στέγασης για τις ευάλωτες ομάδες, συνιστούν κάποιες από τις κυρίαρχες αιτίες της στεγαστικής κρίσης.

Με τις εξωφρενικές αυξήσεις των ενοικίων σε συνδυασμό με την ακρίβεια, τον πληθωρισμό που συνεχώς ανεβαίνει αλλά και το αυξημένο κόστος των λογαριασμών του ρεύματος, η συντήρηση ενός σπιτιού -και μάλιστα ενοικιαζόμενου- έχει καταστεί σχεδόν αδύνατη για την πλειοψηφία των ανθρώπων που ζουν από το μισθό τους. H κρίση αυτή διαπερνά τους/τις νέους/ες που μένουν στα γονικά τους σπίτια, και τους/τις φοιτητές/τριες από την περιφέρεια που δεν μπορούν να έρθουν για σπουδές λόγω έλλειψης διαθέσιμης φοιτητικής κατοικίας από τις πανεπιστημιακές εστίες, καθώς αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στα υπέρογκα ενοίκια. Σήμερα, το ένα τρίτο περίπου του πληθυσμού δαπανά περισσότερο από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματος για ενοίκια και στεγαστικές δαπάνες. Οι πλέον επικαιροποιημένες στατιστικές μελέτες της Eurostat δίνουν στη χώρα μας άλλη μια θλιβερή πρωτιά ανάμεσα στα κράτη-μέλη της ΕΕ. Σύμφωνα με τις πρόσφατες μελέτες της Eurostat για το 2024, όσον αφορά το φτωχότερο 20% του πληθυσμού της χώρας, υπολογίζεται ότι σχεδόν 9 στα 10 νοικοκυριά (88,60%) δίνουν περισσότερο από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους για την κάλυψη στεγαστικών αναγκών, όταν ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι στο 27.80%. Και όλα αυτά μέσα σε ένα γενικευμένο πλαίσιο επισφάλειας, με το 70% των εργαζομένων να αμείβεται με μισθούς έως 1.100€, από το οποίο μόλις το 12% φτάνει το ανώτερο όριο. Με τους καθηλωμένους μισθούς, με την αυξανόμενη ακρίβεια και τις ανεξέλεγκτες τιμές στα ενοίκια και τα ακίνητα, να επιβαρύνουν σημαντικά τα νοικοκυριά, κυρίως στα αστικά κέντρα, η στεγαστική κρίση γίνεται πλέον πιο έντονη από ποτέ, επηρεάζοντας την καθημερινότητα εκατομμυρίων πολιτών.

Η στεγαστική κρίση, δεν εμφανίστηκε απλά ως φαινόμενο της εποχής, έχει συγκεκριμένες αιτίες (ακρίβεια, τουριστικοποίηση ραγδαία αύξηση βραχυχρόνιων μισθώσεων, ποικίλα επενδυτικά σχέδια, διάλυση του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας και κάθε μέτρου κοινωνικής προστασίας της στέγης). Για να είναι αποτελεσματική, μία στρατηγική αντιμετώπισής της στεγαστικής κρίσης, πρέπει να επενδύσει τόσο σε μέτρα που βάζουν φραγμό στις αιτίες που την προκαλούν, όσο και σε παρεμβάσεις για “θεραπεία” του αποτελέσματος, δηλαδή την αδυναμία κάλυψης στεγαστικών αναγκών από μεγάλο μέρος του πληθυσμού.

Η κυβερνητική πολιτική για τα ζητήματα στέγασης όχι μόνο δεν αμβλύνει το πρόβλημα αλλά έχοντας ως πραγματικό στόχο την ρύθμιση της κερδοφορίας των επενδυτών και την ενίσχυση της αγοράς αντιμετωπίζοντας την κατοικία ως χρηματιστηριακό προϊόν έχει δαγκώσει την στεγαστική κρίση ακόμα περισσότερο.

  • Το πρόγραμμα «Σπίτι μου ΙΙ», στην ίδια κατεύθυνση με το προηγούμενο «Σπίτι μου Ι», προβλέπει τη διάθεση δύο δισεκατομμυρίων ευρώ από το ταμείο ανάκαμψης, αποτελώντας μια δέσμη ημίμετρων, που όχι μόνο δεν επιλύει το στεγαστικό πρόβλημα, αλλά αυξάνει τις τιμές των επιδοτούμενων ακινήτων που θα μπορούσαν να αγοραστούν μέσω της επιδότησης. Το κριτήριο για την απόκτηση κατοικίας βασίζεται αποκλειστικά στην πιστοληπτική ικανότητα που ορίζουν οι τράπεζες, αντί για κοινωνικά κριτήρια, ενώ τα ηλικιακά και οικονομικά όρια διευρύνθηκαν (25-50 ετών, με πιο χαλαρά εισοδηματικά κριτήρια σε σύγκριση με το προηγούμενο πλαίσιο). Παρ’ όλα αυτά, οι προϋποθέσεις για τα ακίνητα (έτος κατασκευής μετά το 2007, έως 150 τ.μ. και αξία έως 250.000 ευρώ) συνεχίζουν να είναι αμφισβητίσιμες. Αντί να αντιμετωπίσει το ζήτημα της στέγασης, στόχος του προγράμματος τελικά ήταν για άλλη μια φορά να μεταφέρει τους πόρους του ταμείου ανάκαμψης στις τράπεζες για την επιδότηση στεγαστικών δανείων.
  • Η παροχή κινήτρων σε ιδιοκτήτες κλειστών ακινήτων για διάθεση σε μακροχρόνιες μισθώσεις, μέσω μείωσης του ΕΝΦΙΑ και δανείων έως 20.000€ με μηδενικό επιτόκιο για ανακαίνιση, με τον όρο ότι τα ακίνητα θα διατεθούν για μακροχρόνια μίσθωση, δεν επέβαλε καμία δέσμευση στο ύψος του ενοικίου και συνεπώς τίποτα δεν διασφαλίζει ότι το ενοίκιο και σε αυτά τα “επιδοτούμενα” ακίνητα δεν θα εκτοξευτεί, καθιστώντας τα απρόσιτα.
  • Ακόμα και η απόφαση να παγώσουν οι νέες καταχωρήσεις σε βραχυχρόνιες μισθώσεις στις Δημοτικές Κοινότητες 1η, 2η και 3η του Δήμου Αθηναίων δεν συνιστά απλώς ένα αποσπασματικό και άτολμο ημίμετρο όταν η κατάσταση σε αρκετές γειτονιές του Δήμου αγγίζει ήδη τα όρια του μη αναστρέψιμου, αλλά διογκώνει και μετατοπίζει την ραγδαία ανάπτυξη της βραχυχρόνιας μίσθωσης στις υπόλοιπες συνοικίες, (Σεπόλια, Πατήσια, Κυψέλη, Αμπελόκηποι), οδηγώντας τις τιμές των ενοικίων προς τα πάνω και μειώνοντας τα διαθέσιμα σπίτια προς ενοικίαση και σε αυτές τις γειτονιές. Επιπρόσθετα, υπάρχουν εκατοντάδες αναφορές ότι οι ιδιοκτήτες ακινήτων έσπευδαν να καταχωρίσουν τα ακίνητά τους έως τις 31 Δεκεμβρίου 2024 στο Μητρώο της ΑΑΔΕ προκειμένου να αποκτήσουν Αριθμό Μητρώου Ακινήτου (ΑΜΑ), οδηγώντας τελικά σε εκθετική αύξηση στις καταχωρήσεις Airbnb από τη στιγμή της ανακοίνωσης του κυβερνητικού μέτρου μέχρι και την ημερομηνία υλοποίησής του στις τρεις πρώτες δημοτικές κοινότητες. Αυτό συνιστά πλήρη αποτυχία οδηγώντας αυτές τις γειτονιές σε απόλυτο τουριστικό κορεσμό, μιας και ήταν ήδη οι πλέον επιβαρυμένες.
  • Το πρόγραμμα της κοινωνικής αντιπαροχής όχι μόνο δεν αμφισβητεί τους βασικούς κανόνες της αγοράς, αντίθετα προσφέρει σε εργολάβους δημόσια γη, θεωρώντας ως κοινωνική κατοικία τα συμβατικά προγράμματα αντιπαροχής του εμπορίου και μάλιστα αφήνοντας ανοιχτό το ζήτημα της διαχείρισης αυτών των κατοικιών από τους ίδιους τους κατασκευαστές.


Σε αυτό το περιβάλλον, η έλλειψη κοινωνικής πολιτικής στέγασης στον Δήμο Αθηναίων μέχρι σήμερα είναι δραματικά εμφανής. Επί της αρχής, λοιπόν, αποτιμούμε θετικά πως κάτω από την πίεση των πολιτών και των πολύμορφων κινημάτων που αναπτύχθηκαν για τη στέγη, ο Δήμος Αθηναίων πρόκειται να αποκτήσει ενιαία στρατηγική αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης. Ως Ανατρεπτική Συμμαχία έχουμε διατυπώσει τις θέσεις μας για την αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης κατα τη διάρκεια πολλών συνεδριάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου κι έχουμε επισημάνει τον κίνδυνο στο πλαίσιο δράσεων για τη στεγαστική κρίση, ο Δήμος, αντί για φορέας κοινωνικής πολιτικής να μετατραπεί σε άλλον έναν επίδοξο ρυθμιστή της αγοράς. Μέσα από αυτή τη γραπτή συμβολή ευελπιστούμε σε μία ουσιαστική αλλαγή κατεύθυνσης του προσχεδίου στρατηγικής για τη στεγαστική πολιτική.

Παρατηρήσεις σε σημεία του Προσχεδίου

  1. Θεσμικό Πλαίσιο: Είναι γνωστό ότι η όποια πρωτοβουλία του Δήμου στα ζητήματα στεγαστικής πολιτικής προσκρούει αφ’ ενός στο υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο για τις αρμοδιότητες του δήμου σε θέματα πολιτικών που άπτονται του ζητήματος π.χ. περιορισμός των βραχυχρόνιων μισθώσεων, θεσμοθέτηση πλαφόν ενοικίου, και παράλληλα στην υποχρηματοδότηση του πεδίου ως στρατηγική επιλογή των μέχρι σήμερα κυβερνήσεων. Και στα δυο αυτά επίπεδα και ειδικά στο πρώτο, το σχέδιο απόφασης παραμένει αόριστο. Η επίκληση στις στρατηγικές επιλογές της Ε.Ε. για την αντιμετώπιση της αστεγίας  και την προστασία του δικαιώματος σε προσιτή κατοικία για όλους/ες δεν αποτελούν καμία εγγύηση καθώς είναι διαχρονικά ευχολόγια, ενώ παράλληλα ο κορμός της ευρωπαϊκής πολιτικής βασίζεται στην προστασία της «αγοράς» και των στρατηγικών κερδοφορίας από τον χώρο και την στέγη ειδικότερα.
  2. Μεθοδολογία πρόσβασης στο κτιριακό απόθεμα: ενώ μπορούμε να κατανοήσουμε τη μεθοδολογία καταγραφής του στεγαστικού αποθέματος και των δυνατοτήτων που απορρέουν από αυτό, δεν καταγράφεται κάποια μεθοδολογία με την οποία θα εξασφαλιστεί πρόσβαση σε αυτό το απόθεμα, πλην του μέρους που αποτελεί ιδιοκτησία του Δήμου, που απ’ ότι γνωρίζουμε από παλαιότερες καταγραφές είναι σχετικά μικρό.
  3. Στεγαστική Ανάγκη: δεν περιγράφεται πουθενά με σαφήνεια τι ορίζεται ως στεγαστική ανάγκη, ποιοι δηλαδή είναι σήμερα δικαιούχοι συμμετοχής σε προγράμματα κοινωνικής κατοικίας. Στον ορισμό των Ηνωμένων Εθνών για Επαρκή Κατοικία, η αναφορά στο κόστος κατοίκησης που δεν επηρεάζει την ικανότητα κάλυψης των αναγκών διαβίωσης προσκρούει σε δυο ασάφειες: α) Ποιο είναι το κόστος αξιοπρεπούς διαβίωσης σήμερα; και β) τι σημαίνει αξιοπρεπής διαβίωση; (σε αντιπαράθεση με τις στοιχειώδεις ανάγκες).
  4. Παρατηρητήριο Κατοικίας: είναι χρήσιμο να υπάρχει ένα Παρατηρητήριο Κατοικίας, αλλά απαιτείται μεγαλύτερη αποσαφήνιση του ρόλου του, που δεν μπορεί να αρκείται σε γενικές καταγραφές, αλλά πρέπει να εξειδικεύει την έρευνα και την συνεισφορά του σε διάφορες μορφές στεγαστικής επισφάλειας, π.χ. παραβιάσεις νομοθεσίας από εκμισθωτές, παράνομες εξώσεις και πλειστηριασμοί κλπ. Παράλληλα με το Παρατηρητήριο, χρειάζεται να λειτουργεί ένα επαρκώς στελεχωμένο Γραφείο Υποστήριξης Πολιτών απέναντι σε κάθε απειλή ως προς τη στέγη (πλειστηριασμοί, εξώσεις, αυξήσεις ενοικίων κλπ).
  5. Δομές Φιλοξενίας: σε ότι αφορά τις δομές φιλοξενίας αστέγων και άλλων ευάλωτων ομάδων, οφείλουμε να τονίσουμε ότι η τάση θα πρέπει να είναι να ελαχιστοποιηθούν και σταδιακά να αντικατασταθούν με μόνιμη διαμονή, ενώ όπου είναι αναγκαίο (πχ περιστατικά έμφυλης βίας, δομές για τις οποίες ήδη έχουμε καταθέσει σε προηγούμενο ΔΣ τις θέσεις μας) να διασφαλιστεί η ποιότητα και η στελέχωση τους. Στην κατεύθυνση αυτή ο Δήμος οφείλει ένα περιοδικό απολογισμό της λειτουργίας των δομών ως προς την αποτελεσματικότητά τους στην προστασία και επανένταξη ευάλωτων ομάδων.

Προτάσεις μέτρων για την ουσιαστική αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης, προς όφελος των πληττόμενων

  • Δικαίωμα στη στέγη για όλες κι όλους: ο όρος προσιτή στέγη που ήρθε τα τελευταία χρόνια να αντικαταστήσει την ανάγκη για λαϊκή εργατική κατοικία όπως είχε περιγραφεί από ιστορικές διεκδικήσεις για παροχές κοινωνικού κράτους, δεν είναι πολιτικά ουδέτερος, έχει συγκεκριμένο φορτίο και στόχευση τη διασφάλιση της κερδοφορίας και όχι την κοινωνική προστασία των κατοίκων. Για να διασφαλιστεί το δικαίωμα στη στέγη παράλληλα με άμεσα μέτρα κοινωνικής στέγης, απαιτεί και τη ραγδαία μείωση του στεγαστικού κόστους (πλαφόν στα ενοίκια, μείωση στεγαστικού κόστους πρώτης κατοικίας). Ο Δήμος Αθηναίων, πρέπει να επιβάλει πλαφόν στα ενοίκια αλλά και στις αυξήσεις μετά τη λήξη του συμβολαίου, κατ’ ελάχιστον στο δικό του οικιστικό απόθεμα (που θα διαθέσει) αλλά και με διεκδίκηση συνολικά από την κυβέρνηση. Παράλληλα, κατάργηση δημοτικών τελών (και διεκδίκηση κατάργησης ΕΝΦΙΑ) για όλες τις πρώτες κατοικίες που δεν υπερβαίνουν σε εμβαδόν τις οικογενειακές στεγαστικές ανάγκες, δέσμευση ότι για δημοτικά χρέη ο Δήμος δεν θα προχωρά σε πλειστηριασμό πρώτης κατοικίας, αλλά αύξηση των τελών για τα μακροχρόνια κλειστά ακίνητα. 
  • Ξενώνες Ευάλωτων Ομάδων και ασφαλείς Δομές Φιλοξενίας: Χρειαζόμαστε μια πόλη που θα διασφαλίζει αξιοπρεπή στέγη για όλους/ες τους κατοίκους της. Καμία/κανένας να μην μένει στον δρόμο και καμία να μην είναι αναγκασμένη/ος να παραμένει στο ίδιο σπίτι με τον κακοποιητή λόγω έλλειψης επιλογών. Οι δομές βραχείας φιλοξενίας, αποτελούν λύση για κάποιες μόνο περιπτώσεις περιστατικών έμφυλης βίας, όμως δε μπορεί να αποτελούν το κέντρο βάρους της κοινωνικής πολιτικής. Η Αθήνα χρειάζεται πολλαπλές μικρές δομές σταθερής στεγαστικής λύσης. Συγκεκριμένα, για μετανάστες/ριες και πρόσφυγες, υπάρχει άμεση ανάγκη για σταθερή στεγαστική λύση, χωρίς “κριτήρια” αποκλεισμού, που θα διαρκεί μέχρι την πλήρη κοινωνική τους ένταξη. Ειδικά μετά την λήξη του προγράμματος ΕΣΤΙΑ και την παράλληλη έκρηξη της αντιμεταναστευτικής κυβερνητικής πολιτικής, η αστεγία μεταναστών και προσφύγων αυξάνεται και χωρίς άμεσο σχεδιασμό, θα βρεθούμε μπροστά σε νέα κρίση αστεγίας. 
  • Φραγμός στην Τουριστικοποίηση: Διεκδίκηση παύσης χορήγησης νέων Golden Visas στα όρια του Δήμου Αθηναίων και επιβολή ορίων βραχυχρόνιας μίσθωσης σε όλο το Δήμο. Καθορισμός τουριστικά κορεσμένων περιοχών και χρήση πολεοδομικών εργαλείων για τον καθορισμό μέγιστου αριθμού κλινων (περιορισμός επέκτασης ξενοδοχείων) και αμιγώς οικιστικών περιοχών.
  • Κοινωνική/Εργατική/Φοιτητική Κατοικία: Με εργαλείο το Τοπικό Πολεοδομικό Σχέδιο, να δεσμευτούν αδόμητα οικόπεδα ως χώροι παραγωγής κοινωνικής κατοικίας και να δημιουργηθεί το απαραίτητο δημόσιο κτιριακό απόθεμα κατοικίας. Κατασκευή νέων κατοικιών και επανάχρηση κενών κτιρίων ως οικιστικό απόθεμα για τη δημιουργία ενός εκτεταμένου δικτύου κοινωνικής κατοικίας με αποκλειστικό διαχειριστή τις κοινωνικές υπηρεσίες του Δήμου. Ιδιαίτερη έμφαση και προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στην κάλυψη των στεγαστικών αναγκών των φοιτητών/τριών δημιουργώντας φοιτητικές κατοικίες που θα τους/τις επιτρέπουν να σπουδάζουν χωρίς οικονομική επιβάρυνση των οικογενειών τους.
  • Προστασία του δικαιώματος στη στέγη: δημιουργία γραφείου υποστήριξης πολιτών (help desk) στην κοινωνική υπηρεσία του δήμου για την νομική, οικονομοτεχνική συμβουλευτική δωρεάν  βοήθεια για εξαντλητική χρήση/ερμηνεία/αξιοποίηση ισχυόντων νομικών ρυθμίσεων και διαδικασιών μέσω νομικής οικονομικής υπηρεσίας του δήμου προς υποστήριξη των συμπολιτών μας, που κινδυνεύουν να χάσουν το σπίτι τους λόγω έξωσης ή πλειστηριασμού πρώτης κατοικίας, ή αντιμετωπίζουν εκβιαστική  λύση συμβολαίου λόγω αύξησης ενοικίου. 
  • Καταγραφή στεγαστικών αναγκών των δημοτών: στελέχωση συγκεκριμένης υπηρεσίας του Δήμου, όπου οι πολίτες θα μπορούν να δηλώνουν την ανάγκη τους για εύρεση κατοικίας, με παράλληλη καμπάνια ενημέρωσης και ψηφιακή πλατφόρμα ώστε να μπορούν οι πολίτες να καταχωρούν το αίτημα ηλεκτρονικά. 

Συγκεντρωτικά, ως προς το θεσμικό πλαίσιο, αναγνωρίζοντας ότι περίπου το μισό των κατοίκων του Δήμου Αθηναίων είναι ενοικιαστές και με δεδομένο ότι η όποια παραγωγή κοινωνικής κατοικίας δεν πρόκειται να προχωρήσει με ρυθμούς που να απαλλάξουν άμεσα τους πολίτες από το δυσβάσταχτο στεγαστικό κόστος, ο Δήμος Αθηναίων θα έπρεπε να δώσει το βάρος στη διεκδίκηση και υλοποίηση άμεσων ρυθμίσεων που σχετίζονται με το θέμα: α) Προσδιορισμός εύλογου πλαφόν ενοικίου, β) Απαγόρευση αυξήσεων πάνω από τον επίσημο πληθωρισμό, γ) ανανέωση συμβολαίου χωρίς καμία αύξηση για ενοίκια που κινούνται πάνω από το εύλογο πλαφόν, δ) απαγόρευση εξώσεων αν δεν υπάρχει ικανοποιητική στεγαστική λύση για την οικογένεια, ε) προστασία της πρώτης κατοικίας από πλειστηριασμούς, στ) περιορισμός των βραχυχρόνιων μισθώσεων και ζ) απαγόρευση της golden visa.

Καταλήγοντας, θεωρούμε κρίσιμο να επισημάνουμε για άλλη μια φορά, ότι τα μέτρα για την αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης εάν δεν μεροληπτούν υπέρ των πληττόμενων, θα ενισχύσουν το πρόβλημα αντί να το αμβλύνουν, ακριβώς όπως όλα τα μέτρα της αντίστοιχης κυβερνητικής πολιτικής. Επί συγκεκριμένου, λοιπόν, διαφωνούμε κάθετα με την πρόταση της “προσιτής στέγης” ως “μέτρο αμοιβαία επωφελές για ιδιοκτήτες και ενοικιαστές”. Δεν υπάρχει δίκαιη στεγαστική λύση που να μην αμφισβητεί με τον έναν ή τον άλλο τρόπο τα συμφέροντα των ιδιοκτητών εκμισθωτών. Απέναντι στη συνεχώς διογκούμενη στεγαστική κρίση, ο Δήμος Αθηναίων, χρειάζεται να καλύψει το κενό κοινωνικής μέριμνας που δημιουργήθηκε με τη διάλυση του ΟΕΚ, να δημιουργήσει με πολλαπλούς τρόπους  (κατασκευή, επανάχρηση, χρησιδάνειο κλπ.) ένα εκτεταμένο δίκτυο κοινωνικής κατοικίας με δημιουργία υποδομών διαχείρισης από τον Δήμο κι όχι σε υπεργολαβίες τύπου ΣΔΙΤ διαφόρων μορφών (όπως το πλαίσιο “κοινωνικής αντιπαροχής”) που θα βάλουν από την πίσω πόρτα τα συμφέροντα της αγοράς και του κατασκευαστικού κλάδου στο σχεδιασμό μετατρέποντας τα όποια ψήγματα της κοινωνικής του πολιτικής σε επιχειρηματικές ευκαιρίες.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Enquire here

Give us a call or fill in the form below and we'll contact you. We endeavor to answer all inquiries within 24 hours on business days.